Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επείσιον — ἐπείσιον, το (Α) το επίσειον, η περιοχή τού εφηβαίου … Dictionary of Greek
ἐπεισιόν — ἐπείσειμι ibo pres part act masc voc sg ἐπείσειμι ibo pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)